Αποχαιρετούμε σήμερα τον μάγιστρο του κινηματογραφικού παιχνιδιού, τον Ραούλ Ρουίζ, έναν από τους τελευταίους της παλιάς φρουράς (πέρυσι έφυγε ο Ερίκ Ρομέρ –έχετε δει τον Τριπλό Πράκτορα, την προτελευταία ταινία του που αναφέρεται στο παρασκήνιο της ευρασιατικής συνωμοσίας του μεσοπολέμου;...).
Θέλω να αναφερθώ σε τέσσερεις ταινίες του Ρουίζ, οι ειδικοί μπορούν να μιλήσουν καλύτερα για το σύνολο του έργου του (113 φιλμ). Η πρώτη, η πιο γνωστή, είναι το Le Temps retrouvé (Ο ξανακερδισμένος Χρόνος), βασισμένο στον Προυστ, εξερευνά τον μυστικό κόσμο της παιδικής ηλικίας. Ίδια ή ανάλογα είναι τα μυστήρια που αφηγείται ο Ρουίζ σε δύο από τις καλύτερες ταινίες του, στο Les Trois Couronnes du Matelot (Οι Τρεις Κορώνες του Ναύτη) που βασίζεται στον μύθο του Πλοίου των Νεκρών (που δεν είναι άλλο από το Πλοίο των Τρελών) και στο Trois vies et une seule mort (Τρεις ζωές και ένας μόνο θάνατος) με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, που εμπνέεται από τον Καστανέδα και τις ιστορίες του Don Juan Matus (δηλαδή του Τρελού Don Juan). Στις Τρεις Κορώνες του Ναύτη το κεντρικό μυστήριο είναι η πολυστασία, στις Τρεις ζωές η πολυπροσωπικότητα. Η παράλληλη ύπαρξη σε διαφορετικούς τόπους και η παράλληλη ύπαρξη σε διαφορετικούς χρόνους, δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Δυο συστατικά στοιχεία του μυστικού κόσμου της παιδικής ηλικίας και, εν τέλει, του πνεύματος.
(Θυμάμαι τώρα –είχε έναν τρόπο ο Ρουίζ όταν ήταν στις καλύτερες στιγμές του– μια σκηνή από τις Τρεις Κορώνες, όπου ο θαλασσοδαρμένος ήρωας, αφού απέδρασε από το Πλοίο των Νεκρών, επιστρέφει στην γενέτειρα, στο σπίτι όπου μεγάλωσε, για να βρει στη θέση του κάτι άλλο: μαθαίνει ότι εκεί όπου ήταν το σπίτι του βρίσκεται ένας μυστικός διάδρομος μέσα από τον οποίον οι Ιησουίτες και οι Τέκτονες κυβερνούν τις τύχες του κόσμου)
(Αυτό το τελευταίο είναι βέβαια μια αναφορά στη μυστική ιστορία του Νότου –η καταγωγή του Ρουίζ είναι από τη Χιλή)
Ο κόσμος των Ναϊτών σύμφωνα με την τέχνη του Ραούλ Ρουίζ |
Το τέταρτο φιλμ που θέλω να επισημάνω είναι το λιγότερο γνωστό, αγαπητό στις κινηματογραφικές λέσχες, το μπαφομετικό L'Hypothèse du Tableau Volé (Η Υπόθεση του Κλεμμένου Πίνακα) που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Πιερ Κλοσσόφσκι Le Baphomet (Ο Μπαφομέ, 1965). (Η φωτογραφία είναι του σπουδαίου Sacha Vierny, που είχε ήδη φωτίσει την Χιροσίμα και το Πέρυσι στο Μαρίενμπαντ του Αλέν Ρενέ, και αργότερα θα ξεκινούσε σταθερή συνεργασία με τον Πήτερ Γκρήναγουει). Το υλικό του βιβλίου, ο γνωστικός μύθος των Ναϊτών, τα Μυστήριά τους, οι θρύλοι, καθώς και τα θέματα και τα μοτίβα που συνθέτει ο Κλοσσόφσκι γύρω από το Ανδρόγυνο και την κοσμολογία του σεξ, όλα αυτά γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας με τα μέσα του κινηματογράφου για να καταδειχθεί με τρόπο αυστηρό ότι υπάρχει μια κρυφή γλώσσα του σώματος, μια κρυφή γλώσσα που μπορούμε να διαβάσουμε πάνω στα σώματα, στις στάσεις και στις χειρονομίες. Ο «κλεμμένος πίνακας» υποτίθεται ότι αποκαλύπτει αυτό το άπιαστο μυστικό, που δεν είναι άλλο από το μυστικό μιας απόκρυφης τάξης, το ίδιο το μυστικό του Μπαφομέ, που δεν είναι όνομα ενός όντος αλλά ενός παράλληλου σύμπαντος. (Αυτή είναι η δική μου ανάγνωση, κάποιος άλλος μπορεί να δει κάτι άλλο μέσα σε μια τέτοια ταινία-δοκίμιο – στην περίπτωση αυτή ο όρος «ταινία-δοκίμιο» δεν είναι καθόλου αδόκιμος)
(Ο Baphomet του Κλοσσόφσκι, μετά από την κινηματογραφική του μορφή, σχεδιαζόταν να μεταμορφωθεί και σε σκηνικό δρώμενο από τον Carmelo Bene, δες σχέδιο του Κλοσσόφσκι για την παραγωγή αυτή, που δεν πραγματοποιήθηκε τελικά, σε προηγούμενη δημοσίευση στο ανθολόγιο της σελίδας, εδώ)
(Σχετικό με τον Baphomet είναι το Le Bain de Diane, Το Λουτρό της Ντιάνα, «Το Λουτρό της Άρτεμης» όπως έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά, στο οποίο ο Κλοσσόφσκι χρησιμοποιεί τον μύθο του Ακταίωνα για να διερευνήσει ένα αγαπημένο του θέμα, τη σχέση ανάμεσα στη θεοφάνεια και τη δαιμονολογία)
Στη μνήμη του Ραούλ Ρουίζ, κάτι που έγραψε ο Κλοσσόφσκι, και το οποίο ο ίδιος θα συμμεριζόταν χωρίς αμφιβολία:
«...Θα έλεγα πως, για μένα, το να γράφω βιβλία ισοδυναμεί με το να συντάσσω μία ταξιδιωτική αναφορά που θα ανακαλούσε τόπους απ’ όπου έχω περάσει. Μπορεί κανείς να τους επισκεφθεί κι ωστόσο να μην τους αναγνωρίσει από την περιγραφή μου. Άλλοι θα τους περιγράψουν και δεν θα πρόκειται καθόλου για τους ίδιους τόπους. Όποιος μπορεί να ανακαλύψει μέσα του αυτούς τους ίδιους τόπους, καθιστά τη δική μου περιγραφή άχρηστη. Η αληθινή φιλοδοξία μου δεν είναι άλλη από το να βρω συνεργούς κατάλληλους να κατοικήσουν αυτούς ακριβώς τους τόπους. Αρκεί να μου παρασχεθεί η βεβαιότητα ότι αυτοί οι τόποι υπάρχουν από μόνοι τους, και θα σταματήσω ευθύς να γράφω. Γιατί οι φίλοι μου και εγώ θα ήμασταν οι κάτοικοι αυτής της περιοχής: θα τηρούσαμε τα έθιμά της.»
(Pierre Klossowski –Πρόταση και Απόδοση, μετάφραση-επιμέλεια: Δημήτρης Γκινοσάτης, εκδ. futura, 2005)
Είναι τόσο θεμελιώδες αυτό που λέγεται παραπάνω (για αυτό που κάνουμε), ας το επαναλάβω με έντονους χαρακτήρες:
Μπορεί κανείς να τους επισκεφθεί κι ωστόσο να μην τους αναγνωρίσει από την περιγραφή μου. Άλλοι θα τους περιγράψουν και δεν θα πρόκειται καθόλου για τους ίδιους τόπους.
Όποιος μπορεί να ανακαλύψει μέσα του αυτούς τους ίδιους τόπους, καθιστά τη δική μου περιγραφή άχρηστη.
Δημήτρης Τσουμάνης
Υ.Γ. Είναι πραγματικά κρίμα που ο Ρουίζ δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει την ταινία για τη ζωή του Πυθαγόρα...