2.9.11

ΣΥΝΩΜΟΣΙΟΛΟΓΙΑ

Λίγα λόγια για ένα παρεξηγημένο θέμα

Σπουδή πάνω στη σπουδή του Φράνσις Μπέικον πάνω στο 
πορτραίτο του Πάπα Ιννοκέντιου του Βελάσκεθ  του Peter Nilsson 

Πρώτα απ’ όλα, για να ξεκαθαρίσουμε μια παρανόηση που διακατέχει ιδίως εκείνους που απορρίπτουν ολοκληρωτικά τις θεωρίες συνωμοσίας: η συνωμοσιολογία δεν είναι μία αυστηρά συγκεκριμένη υποκουλτούρα. Είναι πιο ακριβές να πούμε ότι εκδηλώνεται και ως υποκουλτούρα, καθώς και ότι διαδίδεται μέσα από διαφόρων μορφών υποκουλτούρες.
Οι μέθοδοι και τα εργαλεία της συνωμοσιολογίας, πολύ πριν χρησιμοποιηθούν για να διατυπωθούν δημόσια οι θεωρίες συνωμοσίας που όλοι ξέρουμε, ήταν –και εξακολουθούν να είναι– σε χρήση από χώρους εξουσίας και επιρροής, ιδιαίτερα μάλιστα στην καυτή περιοχή της γεωπολιτικής, και στον χώρο εκείνο που θα μπορούσε να ονομαστεί παράλληλη διπλωματία.
Ως λογοτεχνικό είδος, η συνωμοσιολογία γεννήθηκε μέσα στο Βατικανό, στους χώρους της Καθολικής Εκκλησίας και στη μεγάλη κίνηση της Αντιμεταρρύθμισης, με πρωτεργάτες τους Ιησουίτες, οι οποίοι στη συνέχεια ανέλαβαν να πολεμήσουν οργανωμένα ενάντια στους φορείς της νέας εποχής, τον Διαφωτισμό και τον Τεκτονισμό (για την ακρίβεια, ενάντια σε έναν Τεκτονισμό που είχε ταχθεί στην απόλυτη υπηρεσία του Διαφωτισμού). Τα πορίσματα των ερευνών του ιησουϊτικού τάγματος έπρεπε να υποστούν επεξεργασία προκειμένου να παρουσιαστούν δημόσια, ακολουθώντας βέβαια τους κανόνες της προπαγάνδας που οι Ιησουίτες κατέχουν τόσο καλά (αν δείτε όμως την αλληλογραφία της εποχής, παραδείγματος χάρη για την περίπτωση Καλιόστρο, εκεί τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά). Βεβαίως, αυτοί που βγήκαν να συνωμοσιολογήσουν δεν το έκαναν στο όνομα των Ιησουϊτών αλλά στο όνομα του Πάπα και της Εκκλησίας ή στο όνομα του βασιλιά και της τάξης.
Αλλά όπως κάθε συνωμοσία, η συνωμοσιολογία  (γιατί είναι συνωμοσία, μικρή ή μεγάλη, αφού είναι μια ιδιόμορφη οργανωμένη πολεμική) μπορεί εύκολα να ξεφύγει από τα χέρια των εμπνευστών της και να μετατραπεί σε κάτι άλλο που ενδέχεται να διαστρέφει εντελώς τις αρχικές προθέσεις. Ο ιθύνων νους και ο εκτελεστής δύσκολα ταυτίζονται από κάθε άποψη. Έτσι, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι  βασικές παρανοήσεις γύρω από την πραγματικότητα των συνωμοσιών, παρανοήσεις που συνεχίζονται μέχρι και σήμερα, προέρχονται από την εποχή εκείνη. Σαν, από τη γέννησή της ήδη, η μοίρα της συνωμοσιολογίας να είναι να μας παρουσιάζει μια διαστρεβλωμένη εικόνα των πραγματικών συνωμοσιών που εξυφαίνονται γύρω μας. Αλλά το ότι είναι διαστρεβλωμένη η εικόνα δεν πάει απαραίτητα να πει ότι είναι και εντελώς ανυπόστατη ή ψεύτικη...

Ο πρώτος μεγάλος συνωμοσιολόγος είναι ο Joseph de Maistre (1753–1821) και ίσως παραμένει ακόμη ο καλύτερος. Ο De Maistre είναι αυτός που έγραψε ότι:

...tous ces ennemis du genre humain reunis…descendent de Bacon
...όλοι αυτοί οι εχθροί του ανθρώπινου γένους μαζί...βαστούν από τον [Φράνσις] Μπέικον
(Examen de la philosophie de Bacon, τομ. 2)

Joseph de Maistre

Η φρασεολογία είναι τυπικά συνωμοσιολογική. Αλλά το υπόβαθρο που υπάρχει πίσω από όλη την σκέψη του De Maistre είναι κάτι που το στερούνται απολύτως οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, από τους σύγχρονους συνωμοσιολόγους της μόδας. (Διαβάστε οπωσδήποτε το Κατά της Γαλλικής Επαναστάσεως που έχει κυκλοφορήσει από τον Καστανιώτη. Ή, τί να πει κανείς για τους «Διαλόγους της Αγίας Πετρούπολης», με μια φράση–κλειδί από τους οποίους κλείνει το Le Roi du Monde του Γκενόν;)

Αφήνοντας κατά μέρος την ανεξερεύνητη, σε βαθμό ανυπολόγιστο, βιβλιοθήκη του παράξενου 19ου αιώνα, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι σε εποχές πιο κοντινές προς τη δική μας τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Με εξαίρεση ορισμένες έρευνες και μελέτες, δυσεύρετες ή σπάνιες, οι οποίες δεν έχουν γραφτεί από κανέναν από τους γνωστούς συνωμοσιολόγους, η αυθεντική συνωμοσιολογία δεν εκπέμπεται μέσα από συνωμοσιολογικά βιβλία όπως οι περισσότεροι νομίζουν. Η αυθεντική συνωμοσιολογία, δηλαδή εκείνη πίσω από την οποία υπάρχει ένα ολοκληρωμένο υπόβαθρο, έχει εκπεμφθεί κυρίως μέσα από δημοφιλή μυθιστορήματα, και μάλιστα μέσα από εκείνα τα φαινομενικά «αθώα» φτηνά βιβλία τσέπης. Οξύμωρο, ναι, αλλά θα αρκούσε να αναφέρω τα δεκάδες αστυνομικά και κατασκοπικά βιβλιαράκια που φέρουν την υπογραφή του Claude Rank, ψευδώνυμο ενός ή μάλλον περισσότερων συγγραφέων εξασκημένων στο λογοτεχνικό ή παραλογοτεχνικό, πείτε το όπως θέλετε, καμουφλάζ... Το γεγονός ότι οι σημερινοί συνωμοσιολόγοι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν έχουν καν ακούσει το όνομα Claude Rank, δείχνει και τον βαθμό της άγνοιας που έχουν πάνω στο ίδιο τους το αντικείμενο.


Αλλά, ούτως ή άλλως, η χρυσή εποχή της συνωμοσιολογίας έχει προ πολλού περάσει. Και μετά τον θάνατο του Jean Parvulesco, που μετάλλαξε τη συνωμοσιολογία και την απογείωσε σε αφάνταστα, πριν τη δική του παρέμβαση, επίπεδα, έχει ουσιαστικά ολοκληρώσει τον κύκλο της. (Πρόσφατα απέκτησα το Palissade Indigo, που είχε κυκλοφορήσει σε περιορισμένα αντίτυπα, στο οποίο ο Parvulesco μετατρέπει την μετα–συνωμοσιολογία του σε σκηνικό έργο για τρεις άντρες και τρεις γυναίκες ηθοποιούς: «Επιστροφή λοιπόν στις λησμονημένες απαρχές του θεάτρου ως μαγικού εγχειρήματος κοσμικά ενεργού»)

Dennis Wheatley

Χρυσή εποχή είναι εκείνη στην οποία κυκλοφόρησαν βιβλία όπως αυτά του Dennis Wheatley –ειδική μνεία πρέπει να γίνει όχι μόνο στο κλασικό The Devil Rides Out αλλά και στο The Haunting of Toby Jugg. Το υπόβαθρο ορισμένων από τις δημοφιλείς λογοτεχνικές δημιουργίες του Wheatley είναι πραγματικές έρευνες που έγιναν από ορισμένες ομάδες που είχαν σχηματιστεί στο εσωτερικό της Golden Dawn, της μυστικής οργάνωσης της οποίας το εξωτερικό τμήμα έγινε αργότερα γνωστό με την ονομασία Golden Dawn in the Outer. (Επαναλαμβάνω: πραγματικές έρευνες και όχι, όπως υποθέτουν διάφοροι μελετητές, απλές αναφορές σε σύμβολα της οργάνωσης. Από τον Wheatley είναι ολοφάνερο ότι έχει επηρεαστεί ο Γιώργος Μπαλάνος, στα βιβλία του οποίου, ιδιαίτερα στις Νύχτες της Εκάτης, είναι ολοφάνερη και μία επιθυμία αναβίωσης του κλίματος της εποχής εκείνης)

Παρά τα όσα ισχυρίζονται όσοι απορρίπτουν ολοκληρωτικά τη συνωμοσιολογία, η συνωμοσιολογία δεν είναι, όπως είπαμε, μια υποκουλτούρα στο περιθώριο της κυρίαρχης κουλτούρας: ενώ διαδίδεται μέσα από διάφορες υποκουλτούρες, οι μέθοδοι και τα εργαλεία της προέρχονται από χώρους που έχουν κεντρικό και καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου πολιτισμού. Η δυσπιστία των ορθολογιστών, είτε δικαιολογημένη είναι αυτή είτε αβάσιμη, αφήνει άθικτο το γεγονός ότι παντός τύπου σχηματισμοί, οργανώσεις και λέσχες υιοθετούν συχνά έναν τρόπο σκέψης, ανάλυσης και έρευνας ανάλογο με αυτόν των συνωμοσιολόγων. Αν και, στους χώρους εξουσίας και επιρροής, αυτός ο τρόπος σκέψης είναι απαλλαγμένος από τις υπερβολές και τις φαντασμαγορίες των συνηθισμένων θεωριών συνωμοσίας, εντούτοις απέχει πάρα πολύ από τον ορθολογισμό όσων είναι εξ ορισμού αρνητικοί απέναντι στη συνωμοσιολογία. Αυτοί οι τελευταίοι, δεν ανέχονται την ιδέα της ύπαρξης ενός μη–ορθολογικού στοιχείου στον πυρήνα ενός ορθολογικού πολιτισμού, κλείνουν τα μάτια και, επιτιθέμενοι ενάντια στις θεωρίες συνωμοσίας, φαντάζονται ότι το εξορκίζουν. Σε τελική ανάλυση, η κριτική των ορθολογιστών είναι αφελής, προϊόν άγνοιας ή ημιμάθειας και σοβαρών προκαταλήψεων που τους στερούν τη δυνατότητα να αντιληφθούν την πολύμορφη πραγματικότητα που τους περιβάλλει (χαρακτηριστικό παράδειγμα το βιβλίο Θεωρίες Συνωμοσίας των εκδόσεων Πόλις, στο οποίο ο συγγραφέας αδυνατεί να συγκροτήσει κάποια βασικά έστω κριτήρια που να έχουν σχέση με την πραγματικότητα και όχι με τις δικές του νοητικές και ιδεολογικές προκαταλήψεις). Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι περισσότερες θεωρίες συνωμοσίας δεν είναι αφελείς. Είναι αφελείς, παραπλανητικές και αρκετά βλακώδεις, σχεδόν όλες οι δημοφιλείς και διαδεδομένες θεωρίες συνωμοσίας. Βέβαια, υπάρχουν και ορισμένες θεωρίες που παρουσιάζονται από σκοπιμότητα με ένα αφελές προσωπείο, που ενδέχεται να μασκαρεύει σοβαρές υποθέσεις, συμπεράσματα, υποψίες και ανακαλύψεις, έτσι δεν είναι πάντοτε εύκολο να διακρίνεις.
Το χειρότερο είδος συνωμοσιολόγου διακρίνεται από μακριά: είναι αυτός που έχει μία απάντηση για όλα μόνο μία.
Το χειρότερο είδος συνωμοσιολογίας, το οποίο είναι και πολύ της μόδας σήμερα, είναι εκείνο στο οποίο διάφοροι, λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά, επιδιώκουν να βεβηλώσουν σύμβολα των πνευματικών παραδόσεων, τα οποία και δεν κατανοούν ολοσδιόλου μέσα στην απύθμενη συσκότιση στην οποία βρίσκονται.

Σε ένα υψηλότερο επίπεδο, η συνωμοσιολογία θα έπρεπε να μεταμορφωθεί σε κάτι άλλο (κι αυτό συμβαίνει τόσο σπάνια!), σε ένα υψηλότερο επίπεδο η συνωμοσιολογία δεν θα έπρεπε να ξεχωρίζει από οποιαδήποτε άλλη μορφή στοχασμού: οι τελευταίοι άνθρωποι του Νίτσε, που εφηύραν την ευτυχία, η βασιλεία της ποσότητας του Ρενέ Γκενόν, οι σημειώσεις του Έβολα για τον «απόκρυφο πόλεμο», ο Ρ. Αμπελλιό ή και ο Σπένγκλερ (αν και τα κριτήρια με τα οποία κατηγοριοποιεί τους πολιτισμούς είναι αμφίβολα), για να αναφέρω μόνο μερικά παραδείγματα.

Πίσω και πέρα από τις συνωμοσιολογίες; Οι πραγματικές συνωμοσίες. Και οι πλέον δραστικές; Αυτές που μπορούν να μας πείσουν ότι δεν υπάρχουν.
 Δημήτρης Τσουμάνης 

φωτόγραμμα από το 12 Monkeys του Τέρι Γκίλιαμ