11.3.12

Κοίλη Χθων

Σήματα μιας ξεχασμένης γλώσσας




«Στον Άδη θα κατέβω και στον Παράδεισο»

Σε ένα απόσπασμα από κάποιον χαμένο θρήνο του Πινδάρου, διαβάζουμε:

Όλβιος όστις ιδών εκείνα
κοίλαν είσιν υπό χθόνα...

Το νόημα των στίχων αυτών υποτίθεται, γενικά, ότι πάνω κάτω είναι το ακόλουθο: «Μακάριος όποιος πριν στο χώμα/να μπει τ’αντίκρισεν εκείνα», όπως αποδίδει ο Λεκατσάς. Το εκείνα αναφέρεται στα Ελευσίνια Μυστήρια, όπως μας πληροφορεί ο Κλήμης Αλεξανδρείας στους Στρωματείς, όπου και διασώζεται το απόσπασμα. Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο θρήνος γράφτηκε για έναν νεκρό μυημένο στα μυστήρια της Ελευσίνας, επειδή τον μακαρίζει («όλβιος»):

Όλβιος όστις ιδών εκείνα κοίλαν
είσιν υπό χθόνα˙ οίδε μεν βίου τελευτάν,
οίδεν δε διόσδοτον αρχάν

«Μακάριος», δηλαδή, «όποιος είδε αυτά τα πράγματα πριν περάσει κάτω από τη γη. Γνωρίζει το τέλος της ζωής, όπως γνωρίζει και την δοσμένη από τον Δία αρχή της». Έτσι απόδόθηκε στα νέα ελληνικά και αυτό περίπου λένε οι μεταφράσεις του αποσπάσματος σε διάφορες γλώσσες. Οι οποίες μεταφράσεις είναι προβληματικές, για τον επιπλέον λόγο ότι στα αρχαία η αρχή δεν σημαίνει την χρονική έναρξη –αρχή είναι αυτό που άρχει από πάντα– όπως τέλος δεν σημαίνει το σταμάτημα, αλλά την τελείωση. Αυστηρά μιλώντας, «αρχή» και «τέλος» με την σημερινή έννοια είναι ανύπαρκτα στους αρχαίους... Το ίδιο βέβαια ισχύει για πολλές άλλες έννοιες που κάπως επιπόλαια υπάρχει η τάση να θεωρούνται διαχρονικές. Και όμως, σε άλλες εποχές δεν υπήρχαν καν οι λέξεις για πολλά από αυτά που σήμερα θεωρούμε δεδομένα και αυτονόητα. Συμβαίνει και το αντίστροφο, έννοιες που κάποτε ήταν λίγο ή πολύ δεδομένες, και γι’αυτό το λόγο δεν υπήρχε ανάγκη να διασαφηνίζονται στα κείμενα, σήμερα αντιμετωπίζονται συχνά με δυσπιστία, και «διορθώνονται» για να ταιριάξουν στην εικόνα που έχουμε δημιουργήσει για το πώς ήταν οι αρχαίοι και η γλώσσα τους. Αυτό συνέβη και με το απόσπασμα του Πινδάρου, με το οποίο ασχολούμαστε εδώ. Δεν δίστασαν να προτείνουν «διόρθωση», η λέξη κοίλαν (αιτιατική της λέξης κοίλη) να γίνει κοινά, ώστε ο στίχος «να βγάζει νόημα» (όλβιος όστις ιδών εκείνα κοινά είσ’υπό χθόνα).
Η γνώμη μου είναι το ποίημα μιλάει από μόνο του:

Όλβιος όστις ιδών εκείνα
κοίλαν είσιν υπό χθόνα
δηλαδή,
Ευτυχής αυτός που είδε εκείνα
που είναι κάτω από την κοίλη χθόνα
με άλλα λόγια,
Ευτυχής αυτός που είδε εκείνα
που είναι κάτω από την κούφια γη

Το πιθανότερο είναι η έκφραση αυτή, «κοίλη χθων», να ανήκε είτε στην ποιητική είτε στην ιερατική γλώσσα, όπως η Έρα ή η λατινική Tellus, ονομασίες και οι δύο της Γαίας. Η ίδια η λέξη Χθων είναι ίσως το πιο μυστηριακό όνομα της Γης απ' όλα όσα έχουν διασωθεί και φαίνεται να προέρχεται από ένα μυθολογικό ιδίωμα οι ρίζες του οποίου χάνονται στο απώτατο παρελθόν.
Προκύπτει το ερώτημα, τί σχέση μπορεί να έχει η έκφραση του Πινδάρου με τις θεωρίες της Κούφιας ή της Κοίλης Γης. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έπαιξε κάποιο ρόλο στον σχηματισμό των θεωριών αυτών, δεν χρησιμοποιήθηκε ως αρχαία μαρτυρία. Γιατί, όπως είδαμε, επίσημα η έκφραση «κοίλη χθων» δεν υπάρχει, δεν έχει κατοχυρωθεί από την φιλολογία, δεν καταχωρήθηκε στο ποιητικό λεξιλόγιο του Πινδάρου, γι' αυτό και οι μεταφραστές πήραν όλη την ελευθερία να αποδώσουν το απόσπασμα με όποιους τρόπους εκείνοι έκριναν σκόπιμο παρουσιάζοντας ερμηνευτικές αποδόσεις.
Όμως, το ποίημα λέει κάτι τελείως άλλο από εκείνο που υποτίθεται ότι λέει: ευτυχής είναι αυτός που βλέπει τα Μυστήρια, όχι πριν μπει –νεκρός– κάτω απ’το χώμα, αλλά όταν μπει κάτω απ’το χώμα ζωντανός, όταν μπει στην κοίλη χθόνα και δει τα Μυστήρια. Η Κοίλη Χθων είναι ο τόπος των Μυστηρίων, ο πραγματικός τόπος των Μυστηρίων. Αλλά ποιών Μυστηρίων;


Ο αθάνορας της Γης

Η Χθων δεν είναι μόνο το σπίτι μας, δεν είναι μόνο ένας άλλος κόσμος κάτω από τα πόδια μας. Όπως έδειξα σε προηγούμενο κείμενο [εδώ], πάλι με αναφορές στην αρχαία γραμματεία, η Χθων είναι η Μάτηρ, η Μητέρα–Ύλη. Μπορεί κάποιος να καταλάβει ότι τα Μυστήρια της δεν είναι απλή υπόθεση.

Θα δούμε ότι ορισμένες από τις όψεις των αινιγματικών χθονίων μυστηρίων που υπαινίσσεται το απόσπασμα του Πινδάρου μπορούν να φωτιστούν μέσα από την αλχημική παράδοση. Θα σταθώ εδώ σε ένα από τα πιο σπουδαία κείμενα, το Novum Lumen Chymicum των Sethon και Sendivogius, μεταφράζοντας προσεκτικά ορισμένα χωρία.
Στο κείμενο αυτό, η Γη παρουσιάζεται ως ένας πελώριος αθάνορας, ως ένας θαυμαστός αλχημικός φούρνος, το εργαστήρι της Μητέρας Φύσεως, ο αρχετυπικός αθάνορας. Όπως είναι φυσικό, είναι στο εσωτερικό της Γης που εστιάζει η ενόραση αλλά και η σκέψη των αλχημιστών. Αλλά δεν είναι η Γη των γεωλόγων, απλώς, δεν είναι η γη-αντικείμενο, ούτε η τρομερή θεά των μυστικιστών, εκείνο που αναζητούν.
«Το κέντρο της γης είναι ένας τόπος κενός, όπου τίποτα δεν βρίσκεται σε ανάπαυση» αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα σημείο στο Novum Lumen. «Και επάνω στο όριο ή στην περιφέρεια αυτού του κέντρου τα τέσσερα στοιχεία προβάλλουν τις ποιότητές τους». Τί τόπος είναι αυτός, που είναι κενός και όπου συγχρόνως «τίποτα δεν βρίσκεται σε ανάπαυση»; Τί είδους χώρος; Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μια αναλογία παρμένη από το θηλυκό σώμα: «Όπως το αρσενικό σπέρμα εκβάλλει μέσα στην θηλυκή μήτρα, όπου μόνον όσο χρειάζεται συγκρατείται και το υπόλοιπο αποβάλλεται ξανά, έτσι και η μαγνητική δύναμη του κέντρου της γης μας [« η γη μας», εννοεί την αλχημική Γη] έλκει προς αυτήν τόση όση είναι αναγκαία από την ομοειδή ουσία...»
Υπάρχει λοιπόν ένα μαγνητικό κέντρο, «κενό» αυτό καθ’αυτό, δηλαδή δεκτικό, παθητικό, το οποίο έλκει ένα μέρος από τις ποιότητες των δυνάμεων που προβάλλονται στην περιφέρειά του. Αυτές οι ποιότητες εκπέμπονται ξανά προς τα έξω μεταμορφωμένες και αυτό είναι μια συνεχής διαδικασία. Αυτή η διαδικασία της αέναης μεταμόρφωσης γύρω από έναν κενό πυρήνα, περιγράφεται με τελείως διαφορετικό τρόπο σε ένα άλλο σημείο του ίδιου κειμένου, σημείο το οποίο είναι απομακρυσμένο από το πρώτο, κατά την πάγια τακτική των αλχημιστών –και αυτό για χάρη της κρυπτογραφίας αλλά και της imaginatioimaginatio, η αλχημική φαντασία, είναι από τη φύση της κρυπτογραφική). Έτσι, με ένα άλμα από την δεύτερη στην ενδέκατη πραγματεία του έργου, η συμβολική εικόνα της μήτρας έχει τώρα αντικατασταθεί από την εικόνα ενός ήλιου...
«Στο κέντρο της γης», διαβάζουμε, «βρίσκεται ένας ήλιος της γης...ένας κεντρικός ήλιος» Δηλαδή, τον κενό τόπο στο κέντρο της γης τον καταλαμβάνει ένας ήλιος. Αυτό ακούγεται σαν μια ακόμη παραδοξότητα, αλλά δεν είναι, γιατί, όπως θα δούμε, ο εσωτερικός αυτός ήλιος είναι κοίλος... Αν θα χρησιμοποιούσαμε την αναλογία του θηλυκού σώματος, όπως προτείνει το κείμενο, θα λέγαμε ότι υπάρχει ένας ήλιος μέσα στη σκοτεινή μήτρα της Γης (αυτή είναι η μυστηριακή Χθων των αρχαίων, η Μαύρη Γη, η Κεμέτ, όπως ήταν η πανάρχαιη ονομασία της Αιγύπτου από την οποία ενδεχομένως προέρχεται η ίδια η λέξη αλχημεία). Η θερμότητά αυτού του εσωτερικού ήλιου εκπέμπεται στην επιφάνεια της Γης, που είναι ψυχρή, και την θερμαίνει. Γιατί η Γη, σύμφωνα με τους αλχημιστές, είναι ψυχρή απ’έξω και θερμή από μέσα. Αλλά, ο εσωτερικός ήλιος, αντιστρόφως, είναι θερμός απ’έξω και ψυχρός από μέσα.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η αλχημική παράδοση υποστηρίζει ότι ο Ήλιος είναι ψυχρός. Το Novum Lumen είναι ένα από τα ελάχιστα κείμενα στα οποία αυτό λέγεται ξεκάθαρα (είναι ένα θέμα στο οποίο θα επανέλθω). Στην ίδια πραγματεία, την ενδέκατη, λέγεται ότι: «Το συνηθισμένο βλέμμα συμπεραίνει ότι ο ήλιος είναι θερμός. Τα μάτια του Σοφού διακρίνουν ότι ο ήλιος καθ’εαυτόν είναι ψυχρός και ότι είναι μονάχα η κίνησή του που παράγει θερμότητα...». Μία παράδοξη αναφορά, που ωστόσο δεν αποτελεί έκπληξη για όσους καταλαβαίνουν την αλχημική γλώσσα.
Στον πυρήνα του, λοιπόν, ο Ήλιος είναι ψυχρός, σκοτεινός, μαύρος, είναι ο Μαύρος Ήλιος – ο Ήλιος που βλέπεις στον ουρανό είναι ο Μαύρος Ήλιος... Και ο ήλιος της γης, στο κέντρο της Γης, είναι μια γη αντεστραμμένη, κατ' αναλογία. Με άλλα λόγια, στον πυρήνα του, αυτό το κεντρικό πυρ παρουσιάζει την (αρχετυπική) παθητικότητα της Γαίας («...ένας τόπος κενός, όπου τίποτα δεν βρίσκεται σε ανάπαυση»). Το καταπληκτικό – και εδώ θέλω να καταλήξω – είναι ότι αυτό ακριβώς σημαίνεται στην αρχαία γλώσσα με την λέξη κοίλος. Η λέξη κοίλος έχει δύο κύριες σημασίες, αναφέρεται στο βάθος με την έννοια της καμπυλότητας και επιπλέον σημαίνει «κενός», «κούφιος». Αλλά με μία πιο ειδική σημασία, που είναι και η πιο αποκαλυπτική για το θέμα μας, κοίλος στα αρχαία ελληνικά είναι αυτός που έχει σκοτεινό κέντρο, σαν να υπάρχει μια οπή στο κέντρο αυτό. Με αυτή την έννοια ο Θεόφραστος, στο δεύτερο κεφάλαιο του Περί σημείων υδάτων και πνευμάτων, γράφει: «και εάν κοίλος φαίνηται ο ήλιος, ανέμου ή ύδατος το σημείον».

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι η Κοίλη Χθων σχετίζεται με τις συναφείς έννοιες του κενού, της βαθύτητας, της παθητικότητας, της δεκτικότητας, που αποδίδονται στην αρχετυπική Γη, τη Γη που είναι μαζί Μητέρα και Παρθένος («Χαίρε γη άσπορε...Χαίρε βάθος δυσθεώρητον» λέει ο Ακάθιστος Ύμνος). Στην Αλχημεία, όλες αυτές οι ιδιότητες αποδίδονται στον Υδράργυρο, που δεν είναι κάποια ουσία αλλά αρχή της αλχημικής κοσμογονίας. Και το παράδοξο μυστικό του Υδραργύρου, αν μπορεί να περιγραφεί με λέξεις (να γιατί τα βιβλία δεν το γράφουν) συνίσταται στο ότι είναι παθητικώς ενεργητικός.

Τώρα μπορούμε πράγματι να αναρωτηθούμε: Τί είδε στον Άδη, στον ανείδωτο τόπο, με τα μάτια κλειστά, ο μυημένος νεκρός του Πινδάρου;

Δημήτρης Τσουμάνης