26.5.11

ΣΤΑ ΑΡΚΑΔΙΚΑ ΠΕΔΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΥΠΝΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Το πεδίο της Αναζήτησης είναι, από κάθε άποψη, πολύ πιο ευρύ και εκτεταμμένο απ’όσο φαντάζονται ακόμη και υποτιθέμενοι ειδήμονες. Αλλά, την ίδια στιγμή, είναι πολύ πιο εκλεκτικό και αυστηρό απ’όσο το εμφανίζουν οι διανοητικές συνήθειες και μόδες της εποχής μας.
Η Αναζήτηση είναι και ονομάζεται Queste (La Queste), δηλαδή έρανος, όπως υποδηλώνει και η συμβολική ονομασία Errant  (Chevalier Errant, ο Περιπλανώμενος Ιππότης). Περιπλάνηση, διασκορπισμός, που ταυτόχρονα είναι ερανισμός, εράνισμα, δηλαδή συγκέντρωση και συλλογή. Η λέξη errant ηχεί στα γαλλικά έρα και ως συμβολισμός φωνητικός υποδεικνύει ότι το πεδίο, το locus αυτής της πλάνης, δηλαδή της περιπλάνησης που συγχρόνως είναι εράνισις, είναι η Έρα ή Terra (Έρα είναι μια αρχαία ελληνική ονομασία της Γης που εδώ θα πρέπει να διαβαστεί ως συνώνυμο της Φύσεως). Όλα είναι δρόμος, και η αρχαία ονομασία της Queste είναι ακριβώς πλάνη: η αρχή των Μυστηρίων ονομάζεται πλάνη, το τέλος των Μυστηρίων εύρεσις.
Η Πλάνη είναι αδιανόητη έξω από την πνευματική συγγένεια που μπορεί και συνδέει, με τους μυστήριους τρόπους της, ακόμη και εκείνους που βρίσκονται σε διαφορετικούς τόπους, ακόμη και σε διαφορετικές εποχές.

Mέσα στο σύμπαν, o «άνθρωπος» (μια επινόηση του Διαφωτισμού, όπως κατέδειξε, μεταξύ άλλων, ο Φουκώ) δεν κατέχει καμία κεντρική θέση από τις διάφορες εκείνες στις οποίες η κατεστημένη ιδεολογία, συνεχώς μεταμφιεζόμενη, κατ’εξακολούθησιν τον τοποθετεί – ακόμη και όταν μοιάζει πως του τις αρνείται – με σκοπό να αναπαράγει τις δομές της.
Όποιος διαδίδει ψεύδη, έστω και «ευγενή», έστω και με «καλές προθέσεις», καταλήγει συχνά να πιστεύει ο ίδιος στα ψεύδη αυτά. Ο σημερινός ψευδο-πολιτισμός κάπως έτσι στήθηκε...
Ο φόβος αλλά και η εδραιωμένη πεποίθηση ότι ο θάνατος είναι το απόλυτο τέλος δεν είναι παρά η συνέπεια του να ζει κανείς στην πελώρια επιδερμίδα της πραγματικότητας, ανυποψίαστος για το θαυμαστό και αβυσσαλέο Βάθος. Αλλά αν υπάρχει κάτι, φαίνεται ότι αυτό δεν βρίσκεται «μετά» (η «μετενσάρκωση», και όταν ακόμη αποδεικνύεται με αδιάσειστα στοιχεία, δεν παύει να είναι μια ανθρωποκεντρική αυταπάτη) αλλά, όπως υποδεικνύουν όλες οι παραδόσεις, απλώς σε μια συνειδητοποίηση της αιωνιότητας, μια συνείδηση κλιμακούμενη εις τον αιώνα.


ΧΘΕΣ/ΑΥΡΙΟΝ ET IN ARCADIA

Η Φαντασία είναι, ως Imaginatio, ένας τρόπος σκέψης, και από μία άποψη, και είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει, ο μόνος τρόπος σκέψης. Στην καρδιά κάθε γνώσης και κάθε επιστήμης, βρίσκεται η Φαντασία. Γιατί η ίδια η ουσία του παντός είναι η Φαντασία.
Ο συνηθισμένος τρόπος σκέψης θεωρεί αυτόματα τη Φαντασία ως κάτι «διαπλαστικό», «δημιουργικό». Όμως εκείνο που πρωτίστως κάνει η Φαντασία είναι να καταστρέφει, να καταστρέφει δημιουργώντας, να καταστρέφει την παγιωμένη εικόνα του κόσμου.
Αν η «αλήθεια» είναι το παράδοξο συμβάν της φανέρωσης του άρρητου, του μη-αναπαριστώμενου, ας μην μας διαφεύγει τότε ότι αυτή η φανέρωση λαμβάνει χώρα μέσα από μορφές φανταστικές: μέσα από τις μορφές της Φαντασίας συμβαίνει κάτι που βρίσκεται πέρα από τις μορφές. Η ειδωλολατρεία της σκέψης και της «μίας και μοναδικής αλήθειας» ξεκινάει τη στιγμή ακριβώς κατά την οποία ο ρόλος της Φαντασίας υποτιμάται, μπαίνει στο περιθώριο, λησμονείται.

Η τέχνη της ανάγνωσης είναι εξίσου σημαντική με την ίδια τη συγγραφική πράξη.


Οι παραπάνω σημειώσεις, πολύ σύντομες και σε μορφή αφορισμών, διατρέχουν ορισμένα θέματα, ή, αν θέλεις, ορισμένους σταθμούς ή τόπους μιας ορισμένης διαδρομής. Νομίζω ότι, συχνά, αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει κανείς όταν θέλει να παρουσιάσει ένα ποίημα, όπως είναι η περίπτωση εδώ. Ένας ευθύς και άμεσος σχολιασμός ενός ποιήματος δεν είναι πάντα ο καταλληλότερος δρόμος, χρειάζονται άλλα, λοξά και διαγώνια μονοπάτια. Οι σημειώσεις αυτές λοιπόν δεν έχουν θέση προλόγου ούτε σχολίων του ποιήματος που θέλω να παρουσιάσω: ένας φίλος από μακριά μου έστειλε ένα ποίημα–μονόλιθο του Jean Parvulesco, και ήταν μια πολύ ωραία έκπληξη η οποία πολύ σύντομα με έβαλε και στη διαδικασία της μετάφρασης Ίσως οι σημειώσεις να αφορούν διαδρομές παράλληλες προς τις διαδρομές που ανοίγει το ποίημα. Αλλά σίγουρα δεν είναι αποσυνδεδεμένες από τη σχέση συγγραφέα-αναγνώστη.
Πάνω σε αυτό, θέλω να σημειώσω κάτι ακόμη. Ένα κείμενο γράφεται και διαβάζεται υπό τη μόνιμη παρουσία ενός «φόντου». Στο φόντο υπάρχει η προσωπική ιστορία του συγγραφέα και η προσωπική ιστορία του αναγνώστη, σε ένα πρώτο επίπεδο, και, κυρίως, υπάρχει πάντα η αληθινή ιστορία του κόσμου, η αληθινή μας κατάσταση, όποια και αν είναι αυτή. Υπό τη σιωπηρή παρουσία αυτού του «φόντου» (της Βαθύτητας, της Profonditas, όπως θα έλεγαν κάποιοι, δηλαδή ενός βάθους προ του φόντου, μιας βαθύτητας πριν από κάθε βάθος), υπό την παρουσία–απουσία αυτού του φόντου «διαδραματίζεται» ένα κείμενο, πάντοτε σε αυτό αναφέρεται και πάντοτε εκεί καταλήγει, εκεί ολοκληρώνεται, παραμένοντας ωστόσο ατελές και ατελείωτο, με τη διπλή σημασία της λέξης...
Κάπου πέρα από το κείμενο, θέλει ο συγγραφέας να οδηγήσει τον αναγνώστη. Που; Προς την «ακτινοβόλα ασυνειδησία της Φύσεως», λέει ο Parvulesco στον πρώτο στίχο του ποιήματός του ονοματίζοντας αυτό που δεν έχει (γνωστό) όνομα.

Μια ερμηνευτική του ποιήματος, όπως θα διαπιστώσεις, θα ήταν μια περιπλάνηση σε έναν πραγματικό λαβύρινθο. Γιατί σε λίγες μόνο στροφές ο συγγραφέας συμπυκνώνει όλη την κοσμοθεωρία του, όλη την πείρα του, με άλλα λόγια, το μυστικό του όνειρο.
Το ποίημα ξεκινάει με μια φράση που τη βρίσκω συνθηματική: μα εσύ έχεις ήδη ζήσει στην Ελλάδα... Φράση που φέρνει στο νου τη λίθινη επιγραφή στον αινιγματικό (και «διπλωματικό») πίνακα του Πουσέν: Et in Arcadia Ego.
Μα εσύ έχεις ήδη ζήσει στην Ελλάδα. Αν σε αυτή τη φράση-επίγραμμα διατυπώνεται επιγραμματικά κάτι από το «μυστικό όνειρο» του Jean Parvulesco, τότε ό,τι ακολουθεί δεν μπορεί παρά το ίδιο μυστικό να ξε-διπλώνει, και στον τόπο του ίδιου του μυστικού να οδηγεί. Αλλά σε ποιά Ελλάδα αναφέρεται; Σε ποιά απ’όλες; Ο τίτλος του ποιήματος επικαλείται έναν αστερισμό, τον Στέφανο του Βορρά, αλλά στο τέλος, στο «φόντο» του ποιήματος, υπάρχει μια επίκληση στον μακρινό Ωρίωνα.

Ίσως η σαρκοφάγος (η άρκα) στον πίνακα του Πουσέν να είναι και αυτή μια Arca Orionis

 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΥΜΑΝΗΣ


Αλλά ας αφήσουμε το ποίημα να μιλήσει. Η μετάφρασή μου δεν είναι καθόλου οριστική και σε αυτή την εκδοχή πηγαίνει κάπως έτσι:


 ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ

μα εσύ έχεις ήδη ζήσει στην Ελλάδα, και η ακτινοβόλα της φύσεως
η ασυνειδησία πριν απ’το ασυνείδητο είχε ήδη επιλέξει, να θρέψει
το αρχέγονο πυρ της, κρυφίως του σώματός σου την λίθο –

το διάβα σου εξίσου έμαθα να αναγνωρίζω,
όταν στην αμμουδιά απέφευγες, σα να χορεύεις, τις χλωμές
ρίζες των λιόδεντρων που χάνονταν στο χαοτικό τρίχωμα των φυκιών –

αλλά η ολόφωτη, η ηρωϊκή, η δόξα η τόσο τρομερή του
περάσματός σου σε μια σάρκα θα επικαλεστεί μια μέρα, σε σένα
τη γλυκύτατη θλίψη μιας ψυχής, και θα ξυπνήσει αυτή

στον κόσμο, για να τον κάψεις και να τον καταστρέψεις, αγαπητικώς, με την
πνοή της νοήσεώς σου, εντός σου τόσο διχασμένη από τη λήθη την
πιο ζοφερή του είναι, ερχόμενη να συμπονέσεις

όπως μια νέα μητέρα, παρθενικώς στον πυρήνα
του αρχαίου γαλαξιακού της καταγωγής μας προορισμού, που εσύ
θα την είχες τότε καλύψει, ω αβρή φωταύγεια του Πέπλου της Αθηνάς, για να

αναγεννηθεί σε αυτήν, μέσα από εσένα και με εσένα, η συνείδηση
η μη–ανθρώπινη, η σπινθηροβόλα αύρα που ήρθε απ’τον Ωρίωνα, η μόνη ανάσα
η κοσμογονική της επιβίωσής μας στη νυχτερινή εποχή του τίποτα



Standing by the Rags – Lucian Freud


Venus Bleue – Yves Klein

Τα έργα των Lucian Freud και Yves Klein, το ένα με μια λευκότητα γήινη, φθαρτή, αλλά στο βάθος εκτυφλωτική, το άλλο με το ουράνιο κυανό ή indigo, δίνουν υλική υπόσταση σε ποιότητες του φωτός που το μάτι δεν μπορεί να συλλάβει και μου φαίνονται οι πιο ταιριαστές εικόνες που θα μπορούσαν να συνοδέψουν αυτή εδώ την παρουσίαση του ποιήματος.



18.5.11

Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ


ARS COMBINATORIA 
Η συμβολική γλώσσα είναι εξ ορισμού μια ars combinatoria. Η δημιουργία της συμβολικής γλώσσας βασίζεται στον νόμο των αντιστοιχιών και των αναλογιών ανάμεσα στον Μακρόκοσμο και τον Μικρόκοσμο. Ένα παράδειγμα εφαρμογής, στη νεώτερη εποχή, είναι το Αρχαιόμετρο του Alexandre Saint-Yves d'Alveydre, συμβολική μεγακατασκευή και όργανο συγχρόνως. Το Αρχαιόμετρο αποτελείται από μια σειρά ομόκεντρων περιστρεφόμενων δίσκων, που περιέχουν ιερατικά αλφάβητα, αριθμούς, αστρολογικά σύμβολα, νότες και διάφορους άλλους κώδικες. Οι αντιστοιχίες αναδιατάσσονται με κάθε περιστροφή των δίσκων, η αρχιτεκτονική του οικοδομήματος των συμβόλων εμφανίζεται έτσι στην δυναμική της όψη. Ο Saint-Yves αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του αποκλειστικά στο Αρχαιόμετρο. Μετά το θάνατό του, οι σημειώσεις του, με πρωτοβουλία του Papus και μερικών φίλων του Saint-Yves, συγκεντρώθηκαν και εκδόθηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο Το Αρχαιόμετρο: Κλειδί Όλων των Θρησκειών και των Επιστημών της Αρχαιότητας. Συνθετική Μεταρρύθμιση Όλων των Σύγχρονων Τεχνών (1910). (Archéomètre, αρσενικού γένους στα γαλλικά, μπορεί να σημαίνει και τον Αρχαιομέτρη, τον Φύλακα της Βιβλιοθήκης, τον Μεγαλιθολόγο...).
Στη μελέτη του για τον Άγγελο Σικελιανό, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος αποκαλεί το Αρχαιόμετρο αρχόμετρο (archémètre) «με το οποίο μπορούμε να αποτιμήσομε αποκρυφικά τη σοφία των αρχαίων» (και παρατηρεί ότι «είχε και ο Σικελιανός, κατά κάποιο τρόπο, βρει το δικό του»). Πράγματι, το μέτρο δεν αναφέρεται στην μέτρηση με την ποσοτική έννοια αποκλειστικά, αλλά, ειδικά όσον αφορά το Αρχαιόμετρο, παραπέμπει κατά τη γνώμη μου στα σανσκριτικά, στα οποία η λέξη  μέτρο (μάτρα) έχει και την ποιοτική έννοια του στοιχείου και, όταν αναφέρεται στις λέξεις, του γράμματος. Τα γράμματα μιας λέξης είναι και τα μέτρα της. Για παράδειγμα, στο ιερό μονοσύλλαβο ΑUM (Om) το a, το u και το m είναι τα γράμματά του αλλά και τα «μέτρα» του, γι’αυτό και αντιστοιχούν στις τρεις συνθήκες (πάδας, πόδια) της ανθρώπινης κατάστασης: εγρήγορση, όνειρο, βαθύς ύπνος (όπως στο αίνιγμα των τριών κόσμων, στο αίνιγμα της Σφίγγας, οι τρεις ηλικίες του ανθρώπου συμβολίζονται με τα πόδια). Επιπλέον, το Om έχει και ένα τέταρτο μάτρα, που δεν αναπαρίσταται από κανένα γράμμα, γιατί δεν μπορεί να εκφραστεί, είναι αμάτρα, άμετρο, αμέτρητο, απροσμέτρητο. (Και εδώ βλέπουμε όχι μόνο την εκπληκτική ομοιότητα ανάμεσα σε λέξεις των σανσκριτικών και των ελληνικών, αλλά και το γεγονός ότι οι δύο γλώσσες δείχνουν να συμπληρώνουν η μία την άλλη).
Ο νόμος των αναλογιών και των αντιστοιχιών, εκτός από τη δυνατότητα της σύνθεσης ανάμεσα σε διαφορετικά σύμβολα, δίνει και τη δυνατότητα της μετάθεσης των συμβόλων από την μία επιστήμη στην άλλη. Ο Ρενέ Γκενόν, στο βιβλίο του Formes Traditionnelles et Cycles Cosmiques (Παραδοσιακές Μορφές και Κοσμικοί Κύκλοι), παρατηρεί ότι η επιστήμη των αριθμών των Πυθαγορείων είναι η πηγή από την οποία ο Πλάτων «πήρε όχι μόνο ολόκληρο το κοσμολογικό μέρος της διδασκαλίας του, όπως αναπτύσσεται ειδικά στον Τίμαιο, αλλά ακόμη και τη “θεωρία των ιδεών” του, η οποία είναι στην πραγματικότητα μόνο μία μετάθεση σε διαφορετική ορολογία των πυθαγόρειων ιδεών για τους αριθμούς, που θεωρούνται αρχές όλων των πραγμάτων».


Ο ΦΩΝΗΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Στο εσωτερικό της γλώσσας, η εν χρόνω αναδιάταξη των συμβόλων, η αντιμεταθεσιμότητα των συμβόλων, αυτό που έχω χαρακτηρίσει ως τη δυναμική όψη του συμβολικού οικοδομήματος, είναι εμφανές στη μέθοδο του φωνητικού συμβολισμού, κατά την οποία η ανάγνωση των λέξεων βασίζεται στον ήχο των γραμμάτων και όχι στην ορθογραφία – η ορθογραφία αποτελεί, από αυτή την οπτική γωνία,  μόνον το «πέπλο» που καλύπτει το κρυμμένο νόημα. Η μέθοδος του φωνητικού συμβολισμού αποκαλείται φωνητική Καμπάλα ή ερμητική Καμπάλα, λογοπαίγνιο με τις λέξεις Καμπάλα (με τη γραφή Cabala, και όχι Kabbalah, όπως στο Cabala del cavallo Pegaseo του Τζιορντάνο Μπρούνο) και caballus (άλογο, στα μεσαιωνικά λατινικά και στη δημώδη λατινική, latino volgare), που παραπέμπει στην καβαλαρία (cavalerie, και cavalier, ο ιππότης, ο καβαλιέρος, στην οξιτανική γλώσσα, langue d’oc), με μια λέξη: στην ιπποσύνη, γι’αυτό αποκαλείται και γλώσσα των ίππων (καβάλλης είναι ο «εργάτης ίππος» κατά Ησύχιο). Σύμφωνα με τον Fulcanelli, η λέξη cabale προέκυψε από μια παραφθορά της αρχαίας λέξης καρβάν ή κάρβανος : αυτός που μιλάει μια ακατανόητη ή βάρβαρη γλώσσα.

Ο αστρολόγος (1509) του Giulio Campagnola φανερώνει υψηλή γνώση του ερμητικού συμβολισμού

Τα φωνητικά σύμβολα συνδυάζονται συχνά με οπτικά σύμβολα, ιδιαίτερα στην αλχημική εικονογραφία. Και εδώ, στο πεδίο της εικόνας, η βάση είναι η ίδια η μέθοδος του φωνητικού συμβολισμού, κάτι που γενικώς έχει διαφύγει από τους μελετητές και ούτε έχει κατανοηθεί επαρκώς ούτε έχει ερευνηθεί αρκετά ακόμη. Αν και, για διάφορους λόγους, δεν θα είχε νόημα να επεκταθώ περισσότερο, και με το δεδομένο ότι δεν είναι καθόλου εύκολη η αναζήτηση τέτοιων ερμηνευτικών κλειδιών, θα περιοριστώ στην εξής υπόδειξη: οι εμβληματικές εικόνες της Αλχημείας αποτελούνται από κάθε είδους σύμβολα, τα οποία παράλληλα ενσαρκώνονται σε πολλαπλές όψεις του ορυκτού, του φυτικού, του ζωϊκού και του ανθρώπινου βασιλείου και όλα μαζί, σε συνδυασμό, διαβάζονται με τον τρόπο περίπου που διαβάζεται ένα rebus. Η τεχνική αυτή είναι παρόμοια με την οπτική γλώσσα που χρησιμοποιείται για να δημιουργηθεί ένα ομιλόν οικόσημο, αυτό που χαρακτηριστικά αποκαλείται arma parlante στα ιταλικά και canting arm στα αγγλικά: μεταφράζοντας τα αντικείμενα και τα σύμβολα στις λέξεις που τους αντιστοιχούν και συνδυάζοντας τις λέξεις όπως σε ένα λογοπαίγνιο, προκύπτει το όνομα εκείνου που φέρει το οικόσημο. Όχι τυχαία, η Εραλδική, η γλώσσα του οικόσημου, θεωρείται ως μία από τις μορφές της γλώσσας των πουλιών.

Γκραβούρα από το αριστουργηματικό De Roode Leeuw (Ο Ερυθρός Λέων, 1672) του Goossen van Vreeswijk. Το απόγειο της ερμητικής εικονογραφίας και μιας τέχνης που σύντομα θα περνούσε σε ολοκληρωτική σχεδόν λήθη.

Στον Κρατύλο του Πλάτωνα βρίσκουμε παραδείγματα μιας ανάλογη ερμηνευτικής  κατά την οποία η ετυμολογία των ονομάτων βασίζεται περισσότερο σε συμβολικές αντιστοιχίες παρά σε αυστηρά ετυμολογικούς κανόνες. Ανάλογα παραδείγματα υπάρχουν στο Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς του Πλουτάρχου. Στη Γεματρία, μία από τις επιστήμες, με την παραδοσιακή έννοια του όρου, της Καμπάλα, βλέπουμε μια επέκταση του φωνητικού συμβολισμού εξαιτίας της αντιστοιχίας των αριθμών με τα γράμματα και κατ’επέκταση με τις λέξεις που σχηματίζουν τα γράμματα. Ας σημειωθεί ότι ο όρος Γεματρία δεν προέρχεται από την λέξη γεωμετρία, όπως θεωρείται συνήθως. Αν πρέπει να αναζητηθεί μια ετυμολόγηση από τα αρχαία ελληνικά, δεν μπορεί να είναι άλλη από τη λέξη γραμματεία, επιστήμη των γραμμάτων, γιατί αυτό είναι η Γεματρία και δεν αναφέρεται στον γεωμετρικό συμβολισμό. Άλλωστε, επιστήμη των γραμμάτων (ilm al-huruf) ονομάζεται ακριβώς η αντίστοιχη επιστήμη στο Ισλάμ  και μάλιστα οι διάφορες εφαρμογές της προσδιορίζονται με τον όρο simia, που, καθώς δεν μοιάζει με αραβική λέξη, μάλλον προέρχεται από την ελληνική λέξη σημεία.
Η αρχαιότερη μορφή της επιστήμης των γραμμάτων είναι η ινδική Νιρούκτα, η οποία σχετίζεται με τη Μιμάνζα, στην οποία ανάγονται διάφορες άλλες δευτερεύουσες επιστήμες. Η Μιμάνζα εστιάζει, μεταξύ άλλων, στη σημασία που έχουν για την κατανόηση των κειμένων η ακριβής ορθογραφία, η καλλιγραφία και η σωστή προφορά. Παρενθετικά αναφέρω ότι η σωστή προφορά αποτελούσε αντικείμενο ολόκληρης επιστήμης στην αρχαία Αίγυπτο και, για τους Αιγύπτιους, από τον τόνο της φωνής καταλαβαίνεις αν κάποιος λέει την αλήθεια ή ψεύδεται, με άλλα λόγια αν «λέει τα πράγματα με τ’όνομά τους», ενώ αυτοί που υπερβαίνουν τη δοκιμασία της Ψυχοστασίας είναι maa kherou, «αυτοί που έχουν ορθή φωνή», οι «Δίκαιοι στη Φωνή», οι Δικαιωμένοι. Η Μιμάνζα μελετάει, ακόμη, τη σχέση του έναρθρου ήχου με την αίσθηση της ακοής, και αυτό τη συνδέει με την επιστήμη του ρυθμού και των δονήσεων, η οποία περιλαμβάνει την επιστήμη των επωδών (μάντρα-βίντυα). Το μυστικό πίσω απ’όλα αυτά, είναι, για την ινδική παράδοση, και όχι μόνο, η διπλή φύση, φωτεινή και ηχητική, της Κουνταλίνι, της Κοσμικής Δύναμης. 

Δημήτρης Τσουμάνης

Εκτενέστερα έχω αναφερθεί στο θέμα της συμβολικής γλώσσας σε άρθρο στο Strange (τ. 110) με τίτλο Το Αίνιγμα της Αρχέγονης Γλώσσας, η Μυστική Γλώσσα των Πουλιών και η Ιστορία των Τριών Κόσμων.

6.5.11

Dreaming Track

VIA-ITER-PRAXIS-MODUS-ORDO

Ανατολικά, εκεί όπου στρίβει ο τελευταίος σκονισμένος δρόμος
για τη Δύση
όρθιες στέκουν ακόμη του κόσμου όλου οι φυλακές
μερικό μετείσκασμα, μερική συγκράτηση ειδώλου
και genius loci το μαύρο άγαλμα στην είσοδο
του υπογείου σπηλαίου του Νεργκάλ

Μήπως δεν είμαστε όλοι Αιθίοπες ; όπως έλεγε ο Μεγαλιθολόγος
μέσα στο ατελείωτο μεσημέρι, όταν μας πρωτοέφερε εδώ,
λίγο πριν αναχωρήσει, για τις Ινδίες...
Μήπως η Βαβυλώνα από πάντα δεν ήταν υπόγεια ;

Μας κλείνει ένας ήλιος μαύρος
και μας σκεπάζει εδώ, στο τελευταίο φυλάκιο του σχιστολιθικού όρους,
μια σκόνη πράσινη, στην πλάτη της ερμητικής κοιλάδας, γύρη υπερφυσικών
φυτών της Ασιατίδας

Ή έτσι όπως το ονειρεύτηκε
Περιμένοντας

Τίποτα δεν χάθηκε ακόμα
Μένει η αρχιτεκτονική, το πελώριο περίγραμμα που η αφή
περιγράφει, τα οστά του κοιμώμενου
Γίγαντα – μένει η διαδρομή, βήματα 
προς τα πίσω, σαν των Χαλδαίων, τελετουργικά

ποιός θα φυλάξει

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΥΜΑΝΗΣ