10.7.11

Ο ΑΠΟΛΛΩΝ ΤΟΥ ΥΨΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ


Για την τακτική του περιηγητή

«Δύσκολα μπορώ να νιώσω τους αρχαίους ναούς, στην πρώτη επαφή μένω εντελώς ασυγκίνητος. Πρέπει να περάσει ώρα πολλή, να επικαλεστώ εντατικά τη σκέψη, να γυμνάσω το μάτι, για να μπορέσω να χαρώ την απλότητα και τη σοφία, τη δύναμη και τη χάρη του αρχαίου ναού». Αυτά σημειώνει στα ταξιδιωτικά του ο Καζαντζάκης, με αφορμή την επίσκεψή του στον ναό του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες.

Ο Καζαντζάκης ξεκινάει με απόλυτο δεδομένο ότι αυτό που βρίσκεται μπροστά του έχει αδιαμφισβήτητη αξία. Το γεγονός ότι ο ίδιος δεν συγκινείται –λες και είναι υποχρεωτική η συγκίνηση μπροστά σε καθετί αρχαιοελληνικό– το αποδίδει σε φταίξιμο δικό του. Και, όπως είναι επόμενο, συμπεραίνει ότι κάτι ο ίδιος δεν κάνει σωστά. Εδώ αρχίζει ένας νέος γύρος του ίδιου φαύλου κύκλου. Αφού υποτίθεται πως κάτι κάνει λάθος, πρέπει να αλλάξει στάση. Και τί κάνει; Επιστρατεύει την παιδεία του, «επικαλείται εντατικά τη σκέψη» (για ώρα πολλή, καθώς η σκέψη, ως γνωστόν, δεν έρχεται με το ζόρι) και... «γυμνάζει το μάτι του». Όλα αυτά γίνονται, λέει, για τη χαρά. Για να χαρεί, δηλαδή, αυτά που ο ίδιος έχει στην ουσία προαποφασίσει ότι πρέπει να χαρακτηρίζουν έναν αρχαίο ναό: απλότητα και σοφία, δύναμη και χάρη (strong relationships).

Η τακτική του Καζαντζάκη είναι ακριβώς ό,τι θα έπρεπε να αποφύγει κανείς. Διαβάζοντας ανάποδα, μπορεί κάποιος να καταλήξει στις εξής προτάσεις σχετικά με την «τακτική του περιηγητή»: 

1) Μην έχεις καμία ανησυχία αν δεν συγκινείσαι με καθετί που η κατεστημένη ιδεολογία έχει οικειοποιηθεί ως δική της κληρονομιά. Ούτως ή άλλως, η συγκίνηση δεν είναι κάτι που ανήκει στην ημερήσια διάταξη, ούτε κάτι που έρχεται με το έτσι θέλω. Και ευτυχώς.
2) Μην επηρεάζεσαι από την ιδέα κάποιας δεύτερης «επαφής», στην οποία υποτίθεται ότι θα αποκομίσεις όσα δεν αποκόμισες από την πρώτη.  Ό,τι ισχύει με τους ανθρώπους, ισχύει και με τα μνημεία. Γνωρίζεις, βέβαια, τί λένε για την πρώτη εντύπωση. Στην πρώτη εντύπωση, είναι ανενεργοί οι μηχανισμοί που καταδυναστεύουν την «πολιτισμένη» κρυφοβάρβαρη ανθρωπότητα, οι μηχανισμοί του καθημερινού αυτοματισμού. Μπορείς να μείνεις στην «πρώτη εντύπωση»; Τότε θα δεις με άλλα μάτια.
3) Μην οργανώνεις την κίνησή σου μέσα ή έξω από το μνημείο, κοντά ή μακριά. Κινήσου αυθόρμητα.
4) Μην σκέφτεσαι, άσε τις σκέψεις να έρθουν από μόνες τους, όταν είναι η κατάλληλη στιγμή. Δηλαδή, μην σταματάς για να σκεφτείς.
5) Μην κουράζεις τα μάτια σου και σε καμία περίπτωση μην τα «γυμνάζεις». Προκαλείς ψευδαισθήσεις χωρίς να το καταλαβαίνεις. Ο ναός απέναντί σου έχει τη δική του οντότητα!


Δεν υπάρχουν άλλες πύλες εκτός από τα όρια

Η τακτική του περιηγητή πρέπει να είναι κατά τη γνώμη μου μια συνειδητή τακτική της μη-τακτικής. Κανένα νόημα να ψάχνεις τη σωστή, την αντικειμενική οπτική γωνία, δεν μπορείς να ξεφύγεις από αυτό που είσαι, ακόμη και αν είσαι θεός (ίσως μάλιστα στην περίπτωση αυτή να είναι και πιο δύσκολο, άλλο θέμα). Δεν υπάρχει αντικειμενική οπτική γωνία γιατί αυτό που βλέπεις, αυτό που λαμβάνεις, παράγεται από την αλληλεπίδραση ανάμεσα σε σένα και σε κάτι που είναι όχι έξω αλλά πέρα από εσένα. «Έξω» δεν υπάρχει, και εσύ και αυτό που βλέπεις είστε ΜΕΣΑ σε ένα όλον που σας περιέχει και τους δύο
Δεν υπάρχει κάποιο απόλυτο εντόςεκτός, γιατί τα όρια δεν χωρίζουν μόνο αλλά και ενώνουν. Κάθε όριο είναι κατώφλι και πύλη. Δεν υπάρχουν πύλες που να μην είναι όρια, δεν υπάρχουν άλλες πύλες εκτός από τα όρια. Τα όρια δεν είναι σταθερά, κινούνται καθώς κινείσαι, τα κινείς και σε μετακινούν, σε μετασχηματίζουν, όταν από την αντίληψη περνάς στην πρόσληψη.

Για να το πω πιο απλά, η μη-τακτική είναι να αφήσεις χώρο στον άλλο πόλο του παιχνιδιού, χώρο για να σου αφηγηθεί τη δική του ιστορία... Την ιστορία της ύπαρξής του ή, ακόμη, την ιστορία της μη-ύπαρξής του γιατί και αυτό το ενδεχόμενο υπάρχει. Τίποτα μην αποκλείεις, τίποτα μην προκαταλαμβάνεις. Η ιστορία που θα ακούσεις μπορεί να μην μοιάζει καθόλου με αυτά που έχεις κατά νου.

Την αρχαία Ελλάδα την έχουμε θάψει κάτω από τόνους αρχαιογνωσίας. Είναι μυστικό ότι η Ελλάς είναι κάτι άλλο, κάτι τελείως άλλο ; 


Ανάμνηση

Άργα ή γρήγορα, όταν ακούσεις για τον ναό του Απόλλωνα της Αρκαδίας, θα θελήσεις να τον επισκεφθείς. Χωρίς στην πραγματικότητα να ξέρεις ακριβώς γιατί, κάτι σε έλκει προς τα εκεί.

Ασυνείδητα ψάχνουμε ένα χαμένο αστέρι του βορείου ημισφαιρίου. Που λάμπει στον ουρανό ενός άλλου Βορρά, του αληθινού Βορρά.

Οι παλαιές μυστικές παραδόσεις μάς δείχνουν με το δάχτυλο προς έναν ουρανό που δεν υπάρχει πια, και αναγνωρίζουν εκεί τον άξονα της Επιστροφής των Μεγάλων Καιρών.

Αργά ή γρήγορα, η ώρα της Επιστροφής των Μεγάλων Καιρών θα σημάνει. Θα σκάσει, με πάταγο ή με σιωπή εκκωφαντική, αλλά ο ουρανός δεν θα είναι πια ο ίδιος. Όσα ούτε ελπίζουμε ούτε φανταζόμαστε –ο Ηράκλειτος είναι πάντα επίκαιρος– θα έρθουν να περιγελάσουν τις αστείες μας βεβαιότητες.

Κάνουμε ότι δεν βλέπουμε, ή κάνουμε ότι βλέπουμε.  Δεν βλέπουμε και δεν μπορούμε να δούμε. Δεν μπορούμε να δούμε και βλέπουμε. Επειδή βλέπουμε ότι δεν βλέπουμε. 

Δημήτρης Τσουμάνης