3.11.12

Η Ανοίκεια Σιγή και άλλες ιστορίες

 Σελίδες από το ανθολόγιο Pantarbus


To Pantarbus είναι μια ιστοσελίδα που δεν ανανεώνεται τακτικά, ο σκοπός δεν είναι η συσσώρευση κειμένων, η «ροή» ακολουθεί τους δικούς της (όχι, αυστηρά, τους δικούς μου) ρυθμούς, ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για αυτήν εδώ τη σελίδα, η οποία, και αυτή, αν έχετε προσέξει, σκόπιμα δεν διαθέτει κάποια περιγραφή του περιεχομένου της και ο τίτλος δεν υπονοεί απαραίτητα κάτι (είναι κάτι αόριστο, δεν είναι ταμπέλα...αλλά υπάρχει, αριστερά, ένα ωραίο και αρκετά σπάνιο ηλιακό έμβλημα). Δεν έχει και τόση σημασία, αναφέρω απλώς ότι «διπλός λόγος» είναι μια φράση στον Εχθρό του ποιητή του Χειμωνά, ενώ στον Charles Williams υπάρχει ο δίπτερος Λόγος, the double-fledged Logos (το κηρύκειο, ή ο δικέφαλος αετός που έχει κατά νου ο Williams). Pantarbus είναι μια ονομασία της Φιλοσοφικής Λίθου, όπως γνωρίζουν οι τακτικοί αναγνώστες της σελίδας, και η Φιλοσοφική Λίθος είναι το σύμβολο των πραγμάτων εκείνων που είναι ταυτόχρονα και αισθητά και νοητά. Ποιά είναι αυτά; Και πώς εμπλέκονται, σ' αυτά και μ' αυτά, αίσθηση και νόηση; Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το ανακαλύψει κανείς.

Για να πιάσουμε από κάπου το νήμα (και να το αφήσουμε, και να το ξαναπιάσουμε, ακολουθώντας πολλαπλές διαδρομές) θα περιηγηθούμε εδώ στις σελίδες που δημοσιεύθηκαν αυτή τη χρονιά στο Pantarbus. Και ξεκινώ αντίστροφα από τη σειρά εμφάνισης στο ιστολόγιο:

Έχουμε ένα ποίημα του Σικελιανού (Πάν), για το οποίο ό,τι κι αν πω θα είναι λίγο. Είναι ο θρίαμβος της απλότητας, που αφήνει να διαφανεί μια άπειρη πολυπλοκότητα... Δεν ξέρω αν ο ποιητής θα το είχε δει έτσι, αλλά το ποίημα αυτό είναι ένα ταοϊστικό αριστούργημα. Διδάσκει αυτά που δεν μπορεί να σου μάθει μια ολόκληρη βιβλιοθήκη: οι θρησκειολόγοι ας κάψουν τα βιβλία τους, οι αρχαιόπληκτοι ας σωπάσουν. Μα γιατί το κοινό λατρεύει μετριότητες όπως ο Καζαντζάκης ή ο Λιαντίνης; Γιατί δεν αγαπούν τον Σικελιανό;

Ακολουθεί κάτι από τον Σεφέρη, οι λέξεις προβάλλονται πάνω σε μια εικόνα, το τρίστιχο για τη βασίλισσα του Κάτω Κόσμου πάνω σε έναν μεσαιωνικό λαβύρινθο. Προκύπτει ένα παιχνίδι, σαν και αυτά που υπάρχουν εδώ και εκεί και στις δύο ιστοσελίδες, Pantarbus και ΔΙΠΛΟΣΛΟΓΟΣ. Το συγκεκριμένο ανήκει στον κύκλο που ονομάζω Κοίλη Χθων.
Η τρύπα στην κολόνα για την οποία μιλά ο Σεφέρης είναι για μένα το κέντρο του ανάγλυφου εντοιχισμένου λαβυρίνθου (να είχε άραγε αυτή ή μια ανάλογη εικόνα κατά νου;). Όμως η τρύπα του ποιήματος είναι είσοδος, ενώ το κέντρο του λαβυρίνθου είναι η καρδιά και ο λόγος ύπαρξης του ίδιου του λαβυρίνθου, και με αυτή την έννοια το κέντρο ταυτίζεται με την έξοδο από τον λαβύρινθο (από το σπήλαιο), με το άνοιγμα προς τα πάνω, προς την κάθετη διάσταση, δηλαδή προς την ίδια την κολόνα... Αυτό είναι το παιχνίδι: ενώ το κέντρο του λαβυρίνθου είναι η έξοδος από τον λαβύρινθο, αυτή η έξοδος είναι ταυτόχρονα η τρύπα της κολόνας, που είναι μια πύλη του Άδη. Απ' το άνοιγμα αυτό ενδέχεται να μπορείς να δεις την Περσεφόνη, αν μπορείς. Ο ποιητής ρωτάει: «βλέπεις;...», «βλέπεις την Περσεφόνη;...» Με άλλα λόγια, «μπορείς να τη δεις στο σκοτάδι;», να δεις στο σκοτάδι; Μπορείς, δηλαδή, να δεις το σκοτάδι; Τις μορφές του σκοταδιού, τις μορφές από σκοτάδι;
Αλλά η οπή της κολόνας είναι μια πύλη άλλη από τη νόμιμη αχερόντεια πύλη. Γιατί είναι ρωγμή. Επομένως δεν οδηγεί στον κόσμο των νεκρών. Πού βρίσκεται τότε η Περσεφόνη;
Είναι γνωστό ότι ο Σεφέρης είχε μια αίσθηση του χθόνιου (αγγελικό και μαύρο, φως...). Μια «οργανική» αίσθηση, όπως δείχνει ένα εξαιρετικό απόσπασμα που ανθολογεί ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στο Χαμένο Κέντρο: «Υπάρχει ένα δράμα του αίματος πολύ πιο οργανικό (σώμα και ψυχή) που ίσως μπορεί να ιδεί εκείνος που θα νιώσει ότι πίσω από το γκρίζο και το χρυσό υφάδι του αττικού καλοκαιριού υπάρχει το τρομαχτικό μαύρο˙ πως όλοι μας είμαστε παιχνίδια αυτού του μαύρου.»...«Αυτό το τέλος δεν είναι συναίσθημα του θανάτου, είναι γνώση της αβύσσου.»



Ludus Puerorum: λεπτομέρεια από τον πίνακα Lauriers dans l'aurore του Raymond Douillet



Στη συνέχεια ένα απόσπασμα από τον Jean-Louis Bernard για την «επιστροφή της Θεάς», το οποίο και επιβλέπεται από την Poppaea Sabina. Ας σημειωθεί ότι η μορφή αυτή είχε στοιχειώσει τον J. Parvulesco, αυτή «βλέπει» εκεί που λέει: «...ω αβρή φωταύγεια του Πέπλου της Αθηνάς». Στους Ιλιόνες προβάλλει μέσα στη σκακιέρα-λαβύρινθο-τετράγωνη πόλη...
Ο Bernard, ξεκινά από τις θεωρήσεις του Philippe Lavastine (αξιομνημόνευτος μελετητής της Ινδίας και του Γκουρτζίεφ, ολιγογράφος καθότι σπουδαίος προφορικός αφηγητής των μύθων και των επών) και θέτει στη σωστή προοπτική το θέμα της Θεάς, τοποθετώντας το πέρα από κάθε νεοπαγανιστική φαντασίωση. Η κυκλολογία, η διδασκαλία ή η μελέτη των κοσμικών κύκλων, είναι ένα κλειδί (το χρησιμοποίησα και εγώ στους Ιλιόνες), όσο και αν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, διαφωνεί ενδεχομένως κανείς με τα ιστορικά παραδείγματα που επικαλείται ο συγγραφέας ή γενικότερα με τους τρόπους με τους οποίους επιχειρεί να συνδέσει την κυκλολογία με την Ιστορία.

Έπειτα, απόσπασμα από ένα κείμενο του Ρενέ Γκενόν όπου αναφέρεται στο θέμα της πιθανής επικοινωνίας με εξωγήινα όντα. Προέρχεται από ένα βιβλίο στο οποίο αποδομεί μία προς μία όλες τις δοξασίες των πνευματιστών, και στο συγκεκριμένο κεφάλαιο ασχολείται με την υποτιθέμενη επικοινωνία με τους νεκρούς. Αν σκεφτούμε ότι οι δοξασίες αυτές, με διάφορες ψευδοεπιστημονικές και άλλες επιστρώσεις, εξακολουθούν να είναι δημοφιλείς στους οπαδούς του New Age, καταλαβαίνουμε ότι παραμένει ένα σημαντικό έργο, το οποίο άλλωστε ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου του Γκενόν, που προέβλεπε και ένα ανάλογο βιβλίο για τον αποκρυφισμό (τον λεγόμενο «πρακτικό εσωτερισμό», που είναι σύγχρονη επινόηση, αν και παρουσιάζεται ως δήθεν επανανακάλυψη μυστικών του παρελθόντος).
Το εν λόγω είναι ένα κείμενο που δεν έχει γίνει επαρκώς κατανοητό, όπως έχω διαπιστώσει από καιρό – το είχα δημοσιεύσει και στο φόρουμ του antidogma το 2007 – και μέχρι σήμερα δεν έχω ακούσει κάποιο σοβαρό αντίλογο (έχω ακούσει αρκετά ευχολόγια μεταμφιεσμένα σε θεωρίες). Επεξεργαζόμενος τώρα την παλιότερη μετάφραση και τη μορφή της ως αυτοτελές κείμενο (η δεύτερη παράγραφος διαχωρίστηκε σε περισσότερες) διαπιστώνω ότι, αν και δημοσιεύθηκε το 1923, το έργο του Γκενόν παραμένει απολύτως επίκαιρο. Και όχι μόνο, αλλά οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά του δεν θα πρέπει να ξενίζουν πλέον τόσο πολύ αν λάβει κανείς υπ' όψιν τις σημερινές εξελίξεις στο εσωτερικό της επιστημονικής έρευνας. Και ενώ έχει περάσει προ πολλού η εποχή της cosmic connection ενός Σέιγκαν, ας πούμε, δείτε για παράδειγμα το βιβλίο του Paul Davies, The Eerie Silence: Renewing Our Search for Alien Intelligence (2010). Η Ανοίκεια Σιγή... Εκεί απηχούνται αυτές οι εξελίξεις, και θίγονται ζητήματα τα οποία, για ευνόητους λόγους, δεν έχουν τεθεί ως τώρα σε μια ανοιχτή δημόσια συζήτηση. Βέβαια, αν οι φυσικοί σκέφτονταν όπως ο R.G. δεν θα υπήρχε το SETI, όπως γεγονός είναι ότι ανάλογες προσεγγίσεις δεν περιορίζονται από την ανθρωπική αρχή και γενικά από ανθρωποκεντρικές οπτικές.
Are we alone in the universe? Διαφαίνεται η πιθανότητα να είμαστε μόνοι όχι επειδή δεν υπάρχουν εξωγήινοι, αλλά εξαιτίας της άπειρης πολυπλοκότητας του σύμπαντος...
Ο Γκενόν εφαρμόζει τον λογισμό των πιθανοτήτων, και άλλωστε έχει αφιερώσει μια ολόκληρη μελέτη στον απειροστικό λογισμό, το Les Principes du Calcul infinitésimal (1946). Αν όμως θέλει κανείς να εντοπίσει τον πυρήνα της σκέψης του για τα ζητήματα αυτά, αυτός βρίσκεται στο Les États Multiples de l'Être (Οι Πολλαπλές Καταστάσεις του Όντος) του 1932 όπου εξετάζει το ζήτημα της ενότητας και της πολλαπλότητας ξεκινώντας από τη σχέση της έννοιας του απείρου με την έννοια της καθολικής δυνατότητας (Possibilité universelle). Είναι ένα βιβλίο που θα ενδιέφερε τόσο τους μελετητές του Λάιμπνιτς, στον οποίον ο Γκενόν ασκεί έντονη κριτική, όσο και του Ιμπν Άραμπι, ο οποίος είναι, θεωρώ, και η βασική πηγή έμπνευσης για τις «πολλαπλές καταστάσεις του όντος». Αυτός που είχε εντυπωσιαστεί πάντως από το βιβλίο αυτό ήταν ο Αντρέ Μπρετόν, αν και στον Γκενόν σίγουρα δεν θα άρεσε η ιδέα ενός σουρεαλισμού κοσμικών διαστάσεων.

Στη συνέχεια, ένα άλλο απόσπασμα από τον Ρενέ Γκενόν για τη ρήση γνώθι σαυτόν, παρουσιάζεται μαζί με ένα σύντομο κείμενο του A. K. Coomaraswamy για το Ει το εν Δελφοίς (εδώ). Είναι δύο ιδιαίτερα διαφωτιστικά κείμενα, που τα ξεχώρισα ανάμεσα σε τόσα άλλα των δύο συγγραφέων, και φίλων, για να δημοσιευθούν μαζί σε ένα παλιότερο τεύχος του Strange, με μια δική μου μικρή εισαγωγή. Σε εκείνη την εισαγωγή, στο τεύχος 132, σημείωνα κάτι σχετικά με τη λογική του συμβόλου και την έρευνα των συμβόλων που θα ήθελα να επαναλάβω και εδώ. Αναφερόμουν στη μέθοδο με την οποία ο Coomaraswamy προχωρά στην ανασύσταση του διαλόγου που υποτίθεται ότι εκτυλισσόταν μεταξύ του υποψήφιου να εισέλθει στο άδυτο των Δελφών και του μυητή-ιερέα του Απόλλωνα – διάλογος που περιέχει το δελφικό ΕΙ και τον οποίο ο Coomaraswamy ανασυνθέτει και «δραματοποιεί» κατά τρόπο που δεν αφήνει αμφιβολίες ότι αυτή είναι η αληθινή συμβολική λειτουργία του ΕΙ/Ε ως κεντρικού συμβόλου ενός ηλιακού τυπικού. Το γεγονός ότι ο Coomaraswamy αντλεί από τις πιο διαφορετικές θρησκευτικές και μυητικές παραδόσεις ενδέχεται να δίνει τη λανθασμένη εντύπωση ότι η μέθοδός του μοιάζει με αυτό το είδος συγκρητισμού που είναι πολύ της μόδας σήμερα, ιδιαίτερα ανάμεσα σε Αγγλοσάξονες συγγραφείς που εκδίδουν ακατάπαυστα βιβλία με εντυπωσιακούς τίτλους και διακηρύσσουν ότι «σπάνε τους κώδικες» των αρχαίων κειμένων μπλέκοντας τα σύμβολα μεταξύ τους. Για να διαλυθεί κάθε σχετική παρανόηση, πρέπει να επαναλάβω αυτά που είχα γράψει τότε σχετικά με τη σαθρή βάση στην οποία στηρίζεται αυτός ο συγκρητισμός:

Για την συγκρητιστική λογική αρκεί η ομοιότητα στη μορφή των συμβόλων που προέρχονται από διάφορες πηγές, για να υποστηριχθεί και ένας συσχετισμός στο περιεχόμενό τους. Αλλά το πώς ακριβώς εννοείται το εκάστοτε σύμβολο που χρησιμοποιείται σε ένα κείμενο, σε έναν συγγραφέα ή σε μια ολόκληρη παράδοση, αυτό δεν απασχολεί παρά μόνο κατά δεύτερο λόγο ή καθόλου, αφού η ομοιότητα στη μορφή είναι αυτό που ενδιαφέρει.
Όμως γνωρίζουμε ότι η ομοιότητα στη μορφή δεν συνεπάγεται αυτόματα και ομοιότητα στο περιεχόμενο. Σημασία έχει η πρόθεση με την οποία χρησιμοποιείται ένα σύμβολο, για αυτό και είναι απαραίτητο να εξετάζεται το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται κάθε φορά.
Είναι παράλογη η εντύπωση ότι ένα σύμβολο έχει μία και μοναδική σημασία, σαν να είναι ένα είδος πασπαρτού...

Η ενότητα των συμβολικών παραδόσεων δεν βρίσκεται εκεί όπου την αναζητά αυτός ο τεχνητός συγκρητισμός. Η σχέση ανάμεσα στο πνεύμα και στο γράμμα είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, ιδιαίτερα όταν εμφανίζεται εκείνη η απλότητα που αφήνει να διαφανεί μια άπειρη πολυπλοκότητα, όπως έλεγα προηγουμένως. Ας μην ξεχνάμε ότι δύο άνθρωποι μπορεί να χρησιμοποιούν τις ίδιες λέξεις και να μιλούν για άλλο πράγμα ή και να μιλούν με διαφορετικές λέξεις για το ίδιο ακριβώς πράγμα. Και αυτό είναι κάτι που η λογική του συγκρητισμού αδυνατεί ακόμη και να το ανιχνεύσει.

Ας σημειωθεί, τέλος, ότι το δελφικό δίπτυχο των Guénon και Coomaraswamy συνοδεύεται από δύο εικόνες, λεπτομέρειες ενός πίνακα του Raymond Douillet, μιας ξεχωριστής μορφής του ερμητικού underground (ναι, υπάρχει και αυτό, και όσοι παρακολουθείτε αυτή τη σελίδα και γενικότερα τα κείμενά μου θα το έχετε ίσως ήδη υποψιαστεί...).

Εν κατακλείδι, τί μπορούμε να μάθουμε από όλα αυτά τα κείμενα; Ίσως το πλέον σημαντικό: να απαλλαγούμε από εκείνα που νομίζουμε ότι ξέρουμε. Ξανά. Και ξανά. Και ξανά...