26.5.11

ΣΤΑ ΑΡΚΑΔΙΚΑ ΠΕΔΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΥΠΝΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Το πεδίο της Αναζήτησης είναι, από κάθε άποψη, πολύ πιο ευρύ και εκτεταμμένο απ’όσο φαντάζονται ακόμη και υποτιθέμενοι ειδήμονες. Αλλά, την ίδια στιγμή, είναι πολύ πιο εκλεκτικό και αυστηρό απ’όσο το εμφανίζουν οι διανοητικές συνήθειες και μόδες της εποχής μας.
Η Αναζήτηση είναι και ονομάζεται Queste (La Queste), δηλαδή έρανος, όπως υποδηλώνει και η συμβολική ονομασία Errant  (Chevalier Errant, ο Περιπλανώμενος Ιππότης). Περιπλάνηση, διασκορπισμός, που ταυτόχρονα είναι ερανισμός, εράνισμα, δηλαδή συγκέντρωση και συλλογή. Η λέξη errant ηχεί στα γαλλικά έρα και ως συμβολισμός φωνητικός υποδεικνύει ότι το πεδίο, το locus αυτής της πλάνης, δηλαδή της περιπλάνησης που συγχρόνως είναι εράνισις, είναι η Έρα ή Terra (Έρα είναι μια αρχαία ελληνική ονομασία της Γης που εδώ θα πρέπει να διαβαστεί ως συνώνυμο της Φύσεως). Όλα είναι δρόμος, και η αρχαία ονομασία της Queste είναι ακριβώς πλάνη: η αρχή των Μυστηρίων ονομάζεται πλάνη, το τέλος των Μυστηρίων εύρεσις.
Η Πλάνη είναι αδιανόητη έξω από την πνευματική συγγένεια που μπορεί και συνδέει, με τους μυστήριους τρόπους της, ακόμη και εκείνους που βρίσκονται σε διαφορετικούς τόπους, ακόμη και σε διαφορετικές εποχές.

Mέσα στο σύμπαν, o «άνθρωπος» (μια επινόηση του Διαφωτισμού, όπως κατέδειξε, μεταξύ άλλων, ο Φουκώ) δεν κατέχει καμία κεντρική θέση από τις διάφορες εκείνες στις οποίες η κατεστημένη ιδεολογία, συνεχώς μεταμφιεζόμενη, κατ’εξακολούθησιν τον τοποθετεί – ακόμη και όταν μοιάζει πως του τις αρνείται – με σκοπό να αναπαράγει τις δομές της.
Όποιος διαδίδει ψεύδη, έστω και «ευγενή», έστω και με «καλές προθέσεις», καταλήγει συχνά να πιστεύει ο ίδιος στα ψεύδη αυτά. Ο σημερινός ψευδο-πολιτισμός κάπως έτσι στήθηκε...
Ο φόβος αλλά και η εδραιωμένη πεποίθηση ότι ο θάνατος είναι το απόλυτο τέλος δεν είναι παρά η συνέπεια του να ζει κανείς στην πελώρια επιδερμίδα της πραγματικότητας, ανυποψίαστος για το θαυμαστό και αβυσσαλέο Βάθος. Αλλά αν υπάρχει κάτι, φαίνεται ότι αυτό δεν βρίσκεται «μετά» (η «μετενσάρκωση», και όταν ακόμη αποδεικνύεται με αδιάσειστα στοιχεία, δεν παύει να είναι μια ανθρωποκεντρική αυταπάτη) αλλά, όπως υποδεικνύουν όλες οι παραδόσεις, απλώς σε μια συνειδητοποίηση της αιωνιότητας, μια συνείδηση κλιμακούμενη εις τον αιώνα.


ΧΘΕΣ/ΑΥΡΙΟΝ ET IN ARCADIA

Η Φαντασία είναι, ως Imaginatio, ένας τρόπος σκέψης, και από μία άποψη, και είτε μας αρέσει είτε δεν μας αρέσει, ο μόνος τρόπος σκέψης. Στην καρδιά κάθε γνώσης και κάθε επιστήμης, βρίσκεται η Φαντασία. Γιατί η ίδια η ουσία του παντός είναι η Φαντασία.
Ο συνηθισμένος τρόπος σκέψης θεωρεί αυτόματα τη Φαντασία ως κάτι «διαπλαστικό», «δημιουργικό». Όμως εκείνο που πρωτίστως κάνει η Φαντασία είναι να καταστρέφει, να καταστρέφει δημιουργώντας, να καταστρέφει την παγιωμένη εικόνα του κόσμου.
Αν η «αλήθεια» είναι το παράδοξο συμβάν της φανέρωσης του άρρητου, του μη-αναπαριστώμενου, ας μην μας διαφεύγει τότε ότι αυτή η φανέρωση λαμβάνει χώρα μέσα από μορφές φανταστικές: μέσα από τις μορφές της Φαντασίας συμβαίνει κάτι που βρίσκεται πέρα από τις μορφές. Η ειδωλολατρεία της σκέψης και της «μίας και μοναδικής αλήθειας» ξεκινάει τη στιγμή ακριβώς κατά την οποία ο ρόλος της Φαντασίας υποτιμάται, μπαίνει στο περιθώριο, λησμονείται.

Η τέχνη της ανάγνωσης είναι εξίσου σημαντική με την ίδια τη συγγραφική πράξη.


Οι παραπάνω σημειώσεις, πολύ σύντομες και σε μορφή αφορισμών, διατρέχουν ορισμένα θέματα, ή, αν θέλεις, ορισμένους σταθμούς ή τόπους μιας ορισμένης διαδρομής. Νομίζω ότι, συχνά, αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει κανείς όταν θέλει να παρουσιάσει ένα ποίημα, όπως είναι η περίπτωση εδώ. Ένας ευθύς και άμεσος σχολιασμός ενός ποιήματος δεν είναι πάντα ο καταλληλότερος δρόμος, χρειάζονται άλλα, λοξά και διαγώνια μονοπάτια. Οι σημειώσεις αυτές λοιπόν δεν έχουν θέση προλόγου ούτε σχολίων του ποιήματος που θέλω να παρουσιάσω: ένας φίλος από μακριά μου έστειλε ένα ποίημα–μονόλιθο του Jean Parvulesco, και ήταν μια πολύ ωραία έκπληξη η οποία πολύ σύντομα με έβαλε και στη διαδικασία της μετάφρασης Ίσως οι σημειώσεις να αφορούν διαδρομές παράλληλες προς τις διαδρομές που ανοίγει το ποίημα. Αλλά σίγουρα δεν είναι αποσυνδεδεμένες από τη σχέση συγγραφέα-αναγνώστη.
Πάνω σε αυτό, θέλω να σημειώσω κάτι ακόμη. Ένα κείμενο γράφεται και διαβάζεται υπό τη μόνιμη παρουσία ενός «φόντου». Στο φόντο υπάρχει η προσωπική ιστορία του συγγραφέα και η προσωπική ιστορία του αναγνώστη, σε ένα πρώτο επίπεδο, και, κυρίως, υπάρχει πάντα η αληθινή ιστορία του κόσμου, η αληθινή μας κατάσταση, όποια και αν είναι αυτή. Υπό τη σιωπηρή παρουσία αυτού του «φόντου» (της Βαθύτητας, της Profonditas, όπως θα έλεγαν κάποιοι, δηλαδή ενός βάθους προ του φόντου, μιας βαθύτητας πριν από κάθε βάθος), υπό την παρουσία–απουσία αυτού του φόντου «διαδραματίζεται» ένα κείμενο, πάντοτε σε αυτό αναφέρεται και πάντοτε εκεί καταλήγει, εκεί ολοκληρώνεται, παραμένοντας ωστόσο ατελές και ατελείωτο, με τη διπλή σημασία της λέξης...
Κάπου πέρα από το κείμενο, θέλει ο συγγραφέας να οδηγήσει τον αναγνώστη. Που; Προς την «ακτινοβόλα ασυνειδησία της Φύσεως», λέει ο Parvulesco στον πρώτο στίχο του ποιήματός του ονοματίζοντας αυτό που δεν έχει (γνωστό) όνομα.

Μια ερμηνευτική του ποιήματος, όπως θα διαπιστώσεις, θα ήταν μια περιπλάνηση σε έναν πραγματικό λαβύρινθο. Γιατί σε λίγες μόνο στροφές ο συγγραφέας συμπυκνώνει όλη την κοσμοθεωρία του, όλη την πείρα του, με άλλα λόγια, το μυστικό του όνειρο.
Το ποίημα ξεκινάει με μια φράση που τη βρίσκω συνθηματική: μα εσύ έχεις ήδη ζήσει στην Ελλάδα... Φράση που φέρνει στο νου τη λίθινη επιγραφή στον αινιγματικό (και «διπλωματικό») πίνακα του Πουσέν: Et in Arcadia Ego.
Μα εσύ έχεις ήδη ζήσει στην Ελλάδα. Αν σε αυτή τη φράση-επίγραμμα διατυπώνεται επιγραμματικά κάτι από το «μυστικό όνειρο» του Jean Parvulesco, τότε ό,τι ακολουθεί δεν μπορεί παρά το ίδιο μυστικό να ξε-διπλώνει, και στον τόπο του ίδιου του μυστικού να οδηγεί. Αλλά σε ποιά Ελλάδα αναφέρεται; Σε ποιά απ’όλες; Ο τίτλος του ποιήματος επικαλείται έναν αστερισμό, τον Στέφανο του Βορρά, αλλά στο τέλος, στο «φόντο» του ποιήματος, υπάρχει μια επίκληση στον μακρινό Ωρίωνα.

Ίσως η σαρκοφάγος (η άρκα) στον πίνακα του Πουσέν να είναι και αυτή μια Arca Orionis

 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΟΥΜΑΝΗΣ


Αλλά ας αφήσουμε το ποίημα να μιλήσει. Η μετάφρασή μου δεν είναι καθόλου οριστική και σε αυτή την εκδοχή πηγαίνει κάπως έτσι:


 ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ

μα εσύ έχεις ήδη ζήσει στην Ελλάδα, και η ακτινοβόλα της φύσεως
η ασυνειδησία πριν απ’το ασυνείδητο είχε ήδη επιλέξει, να θρέψει
το αρχέγονο πυρ της, κρυφίως του σώματός σου την λίθο –

το διάβα σου εξίσου έμαθα να αναγνωρίζω,
όταν στην αμμουδιά απέφευγες, σα να χορεύεις, τις χλωμές
ρίζες των λιόδεντρων που χάνονταν στο χαοτικό τρίχωμα των φυκιών –

αλλά η ολόφωτη, η ηρωϊκή, η δόξα η τόσο τρομερή του
περάσματός σου σε μια σάρκα θα επικαλεστεί μια μέρα, σε σένα
τη γλυκύτατη θλίψη μιας ψυχής, και θα ξυπνήσει αυτή

στον κόσμο, για να τον κάψεις και να τον καταστρέψεις, αγαπητικώς, με την
πνοή της νοήσεώς σου, εντός σου τόσο διχασμένη από τη λήθη την
πιο ζοφερή του είναι, ερχόμενη να συμπονέσεις

όπως μια νέα μητέρα, παρθενικώς στον πυρήνα
του αρχαίου γαλαξιακού της καταγωγής μας προορισμού, που εσύ
θα την είχες τότε καλύψει, ω αβρή φωταύγεια του Πέπλου της Αθηνάς, για να

αναγεννηθεί σε αυτήν, μέσα από εσένα και με εσένα, η συνείδηση
η μη–ανθρώπινη, η σπινθηροβόλα αύρα που ήρθε απ’τον Ωρίωνα, η μόνη ανάσα
η κοσμογονική της επιβίωσής μας στη νυχτερινή εποχή του τίποτα



Standing by the Rags – Lucian Freud


Venus Bleue – Yves Klein

Τα έργα των Lucian Freud και Yves Klein, το ένα με μια λευκότητα γήινη, φθαρτή, αλλά στο βάθος εκτυφλωτική, το άλλο με το ουράνιο κυανό ή indigo, δίνουν υλική υπόσταση σε ποιότητες του φωτός που το μάτι δεν μπορεί να συλλάβει και μου φαίνονται οι πιο ταιριαστές εικόνες που θα μπορούσαν να συνοδέψουν αυτή εδώ την παρουσίαση του ποιήματος.